Τα εργαστήρια ΒΙΟΕΛΕΓΧΟΣ διενεργούν πλήρες εύρος βιοχημικών εξετάσεων του αίματος. Βιοχημικές ονομάζονται οι εξετάσεις προσδιορισμού διαφόρων οργανικών ή ανόργανων ουσιών στο αίμα με χρήση βιοχημικών μεθόδων. Εκτελούνται συμπληρωματικά με τη Γενική αίματος, στο πλαίσιο προληπτικού ή διαγνωστικού ελέγχου. Οι ασθενείς λαμβάνουν οδηγίες νηστείας πριν την εξέταση, ανάλογα με το είδος των ελέγχων που έχουν παραγγελθεί.
Οι πιο συχνές βιοχημικές εξετάσεις που ζητούνται σε καθημερινή βάση είναι οι εξής:
H μέτρηση του σακχάρου ή γλυκόζης στο αίμα χρησιμοποιείται για τη διάγνωση και την παρακολούθηση του σακχαρώδους διαβήτη και άλλων μεταβολικών διαταραχών.
Η μέτρηση της ουρίας στον ορό του αίματος χρησιμοποιείται για τον έλεγχο της λειτουργίας των νεφρών και συνδυάζεται με τον έλεγχο κρεατινίνης.
Η μέτρηση της κρεατινίνης στον ορό του αίματος χρησιμοποιείται για τον έλεγχο της λειτουργίας των νεφρών και συνδυάζεται με τον έλεγχο ουρίας.
Το κάλιο σε συνδυασμό με άλλους ηλεκτρολύτες αποτελεί μέρος των περισσότερων εργαστηριακών ελέγχων ρουτίνας. Ρυθμίζει την καρδιακή και τη νεφρική λειτουργία, τον μυϊκό τόνο, αποτελεί συνήθη δείκτη παρακολούθησης διουρητικής ενδοφλέβιας αγωγής, ενώ παθολογικές τιμές μπορεί να οδηγήσουν σε καρδιακή αρρυθμία.
Το νάτριο σε συνδυασμό με άλλους ηλεκτρολύτες αποτελεί μέρος των περισσότερων εργαστηριακών ελέγχων ρουτίνας. Η παρουσία νατρίου στο αίμα σχετίζεται με την ισορροπία των υγρών του σώματος και οι υψηλές συγκεντρώσεις νατρίου ευθύνονται για κατακράτηση υγρών.
Η μέτρηση του ενζύμου ασπαρτικής αμινοτρανσφεράσης ή αλλιώς οξαλοξικής τρανσαμινάσης χρησιμοποιείται στη διάγνωση και παρακολούθηση ηπατικών νοσημάτων, συναξιολογείται μαζί με την πυροσταφυλική τρανσαμινάση (SGPT/ALT) και αποτελεί μέρος του συνήθους προληπτικού ελέγχου ρουτίνας.
Η μέτρηση του ενζύμου πυροσταφυλικής τρανσαμινάσης χρησιμοποιείται για τον έλεγχο της υγείας του ήπατος, συναξιολογείται μαζί με την οξαλοξική τρανσαμινάση (SGOT/AST) και αποτελεί μέρος του συνήθους προληπτικού ελέγχου ρουτίνας.
Η μέτρηση της γ-γλουταμυλτρανσφεράσης χρησιμοποιείται για τον έλεγχο της υγείας ήπατος και χολής και μετράται σε συνδυασμό με την αλκαλική φωσφατάση (ALP), στο πλαίσιο συνήθους εργαστηριακού ελέγχου ρουτίνας ή για την παρακολούθηση ηπατικών βλαβών.
Η μέτρηση της αλκαλικής φωσφατάσης χρησιμοποιείται για τον έλεγχο της υγείας του ήπατος, των οστών, του γαστρεντερικού συστήματος και των παραθυρεοειδών αδένων, ενώ θεωρείται και ειδικός δείκτης παρακολούθησης για συγκεκριμένους τύπους νεοπλασιών.
Η μέτρηση ολικής χοληστερίνης στον ορό του αίματος αποτελεί χρήσιμο πρόδρομο δείκτη για καρδιαγγειακά νοσήματα, καθώς τα υψηλά επίπεδα, σε συνδυασμό με μειωμένα επίπεδα HDL, της καλής χοληστερίνης, αυξάνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης αθηροκλήρωσης και καρδιακών παθήσεων.
Η μέτρηση των τριγλυκεριδίων ορού, αποτελεί δείκτη συνεκτίμησης καρδιαγγειακού κινδύνου σε ασθενείς με αυξημένα επίπεδα χοληστερόλης.
Η μέτρηση της HDL χοληστερίνης ή αλλιώς υψηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνης χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση κινδύνου εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων. Ονομάζεται καλή χοληστερίνη καθώς τα αυξημένα επίπεδά της δρουν ανταγωνιστικά στα επίπεδα LDL, αυξάνοντας την άμυνα του οργανισμού ενάντια στην εμφάνιση αθηροσκλήρωσης και καρδιακής νόσου.
Η μέτρηση της LDL χοληστερίνης, ή αλλιώς χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνης χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση κινδύνου εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων. Ονομάζεται κακή χοληστερίνη καθώς τα αυξημένα επίπεδά της ευθύνονται για την εμφάνιση αθηροσκλήρωσης, καρδιακής και περιφερικής αγγειακής νόσου.
Το ουρικό οξύ είναι δείκτης της νεφρικής λειτουργίας. Υψηλά επίπεδα ουρικού οξέος εμφανίζονται σε διάφορες παθήσεις όπως ουρική αρθρίτιδα, νεφρική και ηπατική νόσο, διαβήτη, σε αυτοάνοσα νοσήματα και κάποια είδη αναιμίας.
Τα επίπεδα C-αντιδρώσας πρωτεΐνης στον ορό αποτελούν δείκτη φλεγμονής και η μέτρηση χρησιμοποιείται στην παρακολούθηση αυτοάνοσων νοσημάτων. Αποτελεί πιο αξιόπιστο δείκτη από την Ταχύτητα Καθίζησης Ερυθρών στην αξιολόγηση φλεγμονωδών καταστάσεων.
Τα επίπεδα κινάσης κρεατίνης στον ορό εμφανίζονται αυξημένα σε περιπτώσεις εμφράγματος του μυοκαρδίου και καταπόνησης των μυών λόγω έντονης και παρατεταμένης άσκησης. Η μέτρηση χρησιμοποιείται παράλληλα και στην παρακολούθηση διαφόρων μυοπαθειών.
Η μέτρηση του ασβεστίου στο αίμα χρησιμοποιείται στο πλαίσιο τακτικού ελέγχου ρουτίνας για την υγεία των οστών, των νεφρών και των παραθυρεοειδών αδένων και συνδυάζεται με τη μέτρηση επιπέδων βιταμίνης D και λευκωμάτων. Παράλληλα χρησιμοποιείται και στην παρακολούθηση διαφόρων τύπων παθήσεων και νεοπλασιών.
Η μέτρηση των επιπέδων μαγνησίου είναι ενδεικτική για τη λειτουργία των νεφρών και του μεταβολισμού, την πήξη του αίματος και τη λειτουργία του νευρομυϊκού συστήματος. Αποτελεί τμήμα τακτικού ελέγχου σε εγκύους, παιδιά και άτομα με αυτοάνοσα νοσήματα.
Ο φώσφορος ρυθμίζει την υγεία των οστών, των δοντιών, της καρδιάς, του νευρικού ιστού, των νεφρών και των παραθυρεοειδών αδένων και ελέγχεται από την παραθορμόνη.
Η μέτρηση της ολικής χολερυθρίνης χρησιμοποιείται στην αξιολόγηση της ηπατικής λειτουργίας. Υπάρχουν τρεις τύποι χολερυθρίνης. Η άμεση ή συζευγμένη χολερυθρίνη, ελάχιστες ποσότητες της οποίας εισέρχονται στην κυκλοφορία του αίματος, η έμμεση ή ελεύθερη χολερυθρίνη η οποία αυξάνεται σε περιπτώσεις αιμολυτικού ίκτερου και η ολική χολερυθρίνη που αποτελεί το άθροισμα των δύο παραπάνω.
Η τιμή της άμεσης χολερυθρίνης αυξάνεται κατά τον αποφρακτικό ίκτερο (π.χ. σε περιπτώσεις απόφραξης της χολής) και είναι το μοναδικό είδος που μπορεί να βρεθεί στα ούρα. Η έμμεση χολερυθρίνη αυξάνεται σε περιπτώσεις αιμολυτικού ίκτερου (π.χ. σε περιπτώσεις ηπατίτιδας).
Η μέτρηση των επιπέδων γαλακτικής αφυδρογονάσης είναι ενδεικτική για την υγεία της καρδιάς, του ήπατος, των νεφρών και των πνευμόνων, ενώ χρησιμοποιείται κατά την παρακολούθηση νεοπλασιών μετά από χημειοθεραπεία.
Ο έλεγχος λευκωμάτων ορού συστήνεται για τη διάγνωση ηπατικών και νεφρικών παθήσεων, αυτοάνοσων και ρευματολογικών νοσημάτων και λοιπών λοιμώξεων.
Η αλβουμίνη ή λευκωματίνη είναι ένα από τα δύο κύρια πρωτεϊνικά κλάσματα του αίματος. Τα υψηλά επίπεδα αλβουμίνης στα ούρα είναι ενδεικτικά μη φυσιολογικής νεφρικής λειτουργίας.
Η αμυλάση χρησιμοποιείται στον έλεγχο της λειτουργίας του παγκρέατος, ωστόσο τα αυξημένα επίπεδα αμυλάσης μπορεί να οφείλονται σε ενεργή παρωτίτιδα, απόφραξη σιελογόνων, έκτοπη εγκυμοσύνη ή σε περίπτωση εντερικής απόφραξης.
Η μέτρηση των επιπέδων σιδήρου στον ορό χρησιμοποιείται στο πλαίσιο τακτικού εργαστηριακού ελέγχου ρουτίνας, για την πρόληψη και διάγνωση σιδηροπενικής αναιμίας και τη μέτρηση της ικανότητας του αίματος να μεταφέρει οξυγόνο στους ιστούς.
Η Βιταμίνη Β12 ή κοβαλαμίνη είναι η μεγαλύτερη και πιο περίπλοκη δομικά βιταμίνη του συμπλέγματος Β. Αποτελεί βασικό ρυθμιστή του κεντρικού νευρικού συστήματος και του μεταβολισμού, κατέχοντας σημαντικό ρόλο και στην ωρίμανση των ερυθρών κυττάρων στο μυελό των οστών. Η ανεπάρκεια της βιταμίνης αυτής οφείλεται είτε σε διατροφικούς λόγους είτε σε κακή απορρόφησή της από την εντερική οδό. Η έλλειψή της μπορεί να προκαλέσει αίσθημα κόπωσης, κατάθλιψη, δύσπνοια, πονοκεφάλους και να καταλήξει σε σοβαρή βλάβη στον εγκέφαλο και το νευρικό σύστημα. Άτομα με γαστρεντερικές διαταραχές, βρέφη και χορτοφάγοι διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο ανεπάρκειας σε Βιταμίνη Β12. Ο έλεγχός της περιλαμβάνεται συχνά στον περιοδικό έλεγχο ρουτίνας σε συνδυασμό με τη μέτρηση λοιπών βιταμινών και ιχνοστοιχείων.
Τα επίπεδα φερριτίνης εκφράζουν τα επίπεδα αποθεμάτων σιδήρου στον οργανισμό. Η εξέταση χρησιμοποιείται για τη διάγνωση αναιμίας σε έλλειψη σιδήρου. Η φερριτίνη είναι θετική πρωτεΐνη οξείας φάσης με αποτέλεσμα να αυξάνεται σε χρόνιες λοιμώξεις, φλεγμονώδη νοσήματα, χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, κακοήθη νοσήματα και υπερθυρεοειδισμό.
Η Βιταμίνη Β9 ή αλλιώς φυλλικό οξύ ή φολικό οξύ έχει σημαντικό ρόλο στη σύνθεση DNA και στο σχηματισμό ερυθρών κυττάρων. Ρυθμίζει τα επίπεδα ομοκυστεΐνης η αύξηση της οποίας είναι υπεύθυνη για εμφράγματα και επεισόδια εγκεφαλικού. Άτομα με γαστρεντερικές διαταραχές και παθήσεις διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο δυσαπορρόφησης και συνεπώς ανεπάρκειας σε φυλλικό οξύ.
Η Βιταμίνη D (ολική ή καλσιφερόλη) διακρίνεται σε D2 και D3, με την τελευταία να έχει μεγαλύτερη κλινική σημασία και αποτελεσματικότητα για την υγεία του οργανισμού. Η βιταμίνη D παράγεται στο δέρμα κατά την έκθεση στο ηλιακό φως και σχετίζεται με την υγεία και την πυκνότητα των οστών, χάρη στη συνεργιστική της δράση με το φώσφορο και το ασβέστιο που κυκλοφορούν στο αίμα. Τα επίπεδα βιταμίνης D3 ελέγχονται στο πλαίσιο τακτικού ελέγχου ρουτίνας καθώς και στην πρόληψη και παρακολούθηση της οστεοπόρωσης και παραθορμονικών διαταραχών.
Αλφαβητικά παρέχεται ο πλήρης κατάλογος των βιοχημικών εξετάσεων που εκτελεί το εργαστήριο ΒΙΟΕΛΕΓΧΟΣ
Τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων δεν πρέπει να ερμηνεύονται αποσπασματικά έναντι των φυσιολογικών τιμών αναφοράς που θα βρείτε στην ανάλυσή σας. Στο εργαστήριο ΒΙΟΕΛΕΓΧΟΣ απαντάμε σε κάθε σας απορία σχετικά με τα αποτελέσματα των εξετάσεών σας και επικοινωνούμε με τον θεράποντά σας, εφόσον το επιθυμείτε, για την καλύτερη δυνατή ιατρική σας φροντίδα.
Το εξειδικευμένο μας προσωπικό βρίσκεται στη διάθεσή σας, για να σας παρέχει αναλυτικές οδηγίες πριν από κάθε εξέταση, καθώς και για περαιτέρω ανάλυση των αποτελεσμάτων σας.